Στο πυρωμένο βλέμμα της
την νύχτα δεν χωράνε αναμνήσεις.
Ένας μικρός θεός θεριεύει μέσα της,
Απρόσιτος, Απρόσκλητος, Απρόβλεπτος!
Παίρνει το νήμα της σιωπής και πλέκει λέξεις.
Λέξεις που δεν ειπώθηκαν ποτέ,
υφασμένες στον αιώνιο αργαλειό της ενοχής.
Μια μάσκα από άηχες κραυγές
κλείνει τα χείλη της, και εκείνη τρομαγμένη,
μές στο τετράδιο κλείνει την φωνή της.
Στο πυρωμένο βλέμμα της την νύχτα δεν χωράνε αναμνήσεις.!
Ένας μικρός θεός θεριεύει μέσα της ,
την κυριεύει.
Μα ...
άν δεις βαθιά πίσω από τα βλέφαρα που κλείνουν,
πίσω απ τα ανακυκλωμένα χαμόγελα,
και τα αναπάντητα τηλεφωνήματα,
Θα δεις την φλόγα της προσμονής να σιγοκαίει.
Κάτω από το δέρμα της ,
πίσω από τα στήθη της,
βαθιά μές στην καρδιά της.!
Θα δεις το θαύμα,
Το θαύμα,
που περιμένει να συμβεί.
Κι εγώ προσμένω!
Σ.Ε.