Γύρισα μέσα μου ξανά , βουβός σκονισμένος,
απορημένος.
Ο χρόνος που προσπέρασε κιτρίνισε τα φύλλα της
καρδιάς μου,
κλείνοντας μέσα του την μελαγχολία μιας
πανέμορφης εποχής.
Οι μυρωδιές της δεν ξεχάστηκαν.
Μια παράξενη βροχή ξεσπά στα σωθικά μου
μα δεν την συμμερίζεται ο καιρός.
Κλείνω τα μάτια και αφήνομαι στο γνώριμο
τραγούδι της.
Τα πόδια μου θυμούνται το μονοπάτι των ανέμων.
Εκεί η ανυπαρξία γίνεται συνήθεια, κι η ανάγκη
χλευασμός.
Σαν άσωμη σκιά ταξίδεψα στα φώτα της πόλης σου.
Δεν με θυμήθηκες. Ευτυχώς.
Με έφερε πίσω μόνο η συνήθεια,
μα αφού η συνήθεια γίνεται εδώ ανυπαρξία...
Θρήνησα την απώλεια,
ύμνησα την Αγάπη,
δέχτηκα τον ξεριζωμό και αποκοιμήθηκα
Τελειώσαν πια τα θαύματα μα εμένα δεν με νοιάζει.
Έχω ακόμα ένα κοντά μου.
Καληνύχτα
