Είναι μέρες
λένε τώρα που η άνοιξη κρυφά
Τα στολίδια της στοιβιάζει
σε μια μυστική γωνιά
Τα φυλάνε δυο γενναίοι
γίγαντες με δυο σπαθιά
Και την κόψη τους τροχίζουν
κάθε βράδυ στις εννιά
Δεν τολμάνε να κοιτάξουν
κατά κει οι ουρανοί
Μήτε προς τα κει να αράξουν
του πελάγου οι αετοί
Μα ένα μικρό σπουργίτι με
μονάκριβη καρδιά
Φτερουγάει στου αλήτη την
φτωχή την αγκαλιά.
Το κερνάει λίγους σπόρους
και του λέει μυστικά
Απ τα μακρινά πελάγη και απ
του ανέμου τα στενά
Κι όσο λέει εκείνος κλαίει
κι όσο κλαίει ξαγρυπνά
Και στο σπουργιτάκι λέει να
τον πάρει μακριά
Για πού θες να ταξιδέψεις
για πού θες να πορευτείς
Ως του ονείρου σου τα βάθη η
ως την άκρη της αυγής
Θέλω αν μπορώ να ανέβω ως
του ανέμου την φωλιά
Και της άνοιξης να κλέψω τα
πιο όμορφα φιλιά
Το μικρό μικρό σπουργίτι
στην παλάμη του φυσά
Και του δείχνει του ανέμου
τα πιο δυνατά φτερά
Πριν με αυτά να ταξιδέψεις
πρέπει να ονειρευτείς
Και στο όνειρο να πλέξεις τα
φτερά που επιθυμείς
Κάθε όνειρο και ελπίδα κάθε
ελπίδα και καημός
Μια βελονιά η ελπίδα και
άλλη μια ο καημός
Μόνο να θυμάσαι πάντα σαν θα
φτάσεις …στις 9:00
Στις 9:00 να φτερουγίσεις
μόνο τότε στις 9:00
Αυτά είπε το σπουργίτι και
πετάχτηκε μακριά
Και αφήνει τον αλήτη στου
ονείρου την φωλιά
Κάθε όνειρο και ελπίδα κάθε
ελπίδα και καημός
Μια βελονιά η ελπίδα και
άλλη μια ο καημός
Μήνες πέρασαν και πάνε κι ο
αλήτης τριγυρνά
Στου ονείρου τα σοκάκια και γελάει
πια συχνά
Σ όλους φαίνεται πως πάει
πέταξε για τα καλά
Μα αυτός μονάχα ξέρει για
του ανέμου τα φτερά
Δεν λυπάται την ελπίδα του
που αργεί για να φανεί
Δεν φοβάται τον καημό του
κάθε βράδυ τον καλεί
Μια βελονιά η ελπίδα και
άλλη μια ο καημός
Κάθε όνειρο και ελπίδα κάθε
ελπίδα και καημός

